Με αφορμή την εκδήλωση που θα πραγματοποιήσει ο Σύλλογος Κωνσταντινουπολιτών σε συνεργασία με το σωματείο "ΑΡΔΗΝ", η οποία έχει ως θέμα "H στρατηγική του νεο-οθωμανισμού και το μέλλον του Ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης", αναδημοσιεύουμε ένα άρθρο της "Ανατολής" (τεύχος Ιουλίου 2009), το οποίο θέτει τον προβληματισμό για το μέλλον του οικουμενικού Ελληνισμού και ιδιαίτερα του Ελληνισμού της Πόλης, όταν η Ελλάδα που αποκαλούμε "εθνικό κέντρο" επιδεικνύει αδιαφορία για τον εκτός Ελλάδας Ελληνισμό.
Το άρθρο γράφτηκε με αφορμή ένα άρθρο του τ. πρέσβη κ. Θέμου Στοφορόπουλου, ο οποίος θα είναι ένας εκ των δύο ομιλιτών της προαναφερόμενης εκδήλωσης και προϊδεάζει για τις απόψεις που θα ακουστούν στην εκδήλωση. Η απουσία από το πάνελ ενός Κωνσταντινουπολίτη ομιλητή που θα μπορούσε να εκφράσει τις θέσεις των Κωνσταντινουπολιτών που αγωνίζονται για την επιβίωση της Πολίτικης Ρωμηοσύνης, σίγουρα δεν βοηθά στην ανάπτυξη εποικοδομητικού διαλόγου. Τέλος, να σημειώσουμε ότι έχει περάσει ανεπιστρεπτί η εποχή κατά την οποία ο Ελληνισμός της Κωνσταντινούπολης, δεν είχε λόγο για το παρόν και το μέλλον του.
Βαρίδιο για την ελλαδική εξωτερική πολιτική οι ομογενείς της Πόλης και κάθε ελληνική εστία στην γραμμή εμπλοκής Ελλάδας - Τουρκίας
Ποίοι Έλληνες είναι όμηροι της τουρκικής επεκτατικής πολιτικής;
Αυτό το ερώτημα ανακύπτει από το εμπεριστατωμένο άρθρο του εκλεκτού τ. πρέσβη κ. Θέμου Στοφορόπουλου, με τίτλο «Η Θράκη, μία άλλη Κύπρος;» και το οποίο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα antibaro.gr
Ο κ. Στοφορόπουλος, περιληπτικά υποστηρίζει ότι η στρατηγική που ακολουθεί η Τουρκία σε ό,τι αφορά την μουσλουμανική μειονότητα της Θράκης, είναι αντίστοιχη αυτής που ακολούθησε με τους Τουρκοκύπριους στην Κύπρο. Η στρατηγική αυτή που περιλαμβάνει τα στάδια της αναβάθμισης της μειονότητας σε κοινότητα, την συγκέντρωση της σε μία ορισμένη εδαφική περιοχή και την αναγνώριση της Τουρκίας ως «προστάτιδας δύναμης», έχει ως τελικό στόχο την εδαφική προσάρτηση της περιοχής.
Στην επιδίωξη αυτού του στόχου η Τουρκία οικοδομεί συμμαχίες με ισχυρές δυνάμεις και εκμεταλλεύεται τα λάθη της Ελληνικής πλευράς.
Η ανάλυση του κ. Στοφορόπουλου, είναι άξια προσοχής εφόσον επαληθεύεται από τα ιστορικά γεγονότα της Κύπρου και προσεγγίζει με μεγάλη ακρίβεια την υπάρχουσα κατάσταση στην Θράκη.
Όμως πρέπει να σταθούμε σε μία αναφορά που κάνει στην Ομογένεια της Κωνσταντινούπολης, όπου σημειώνει τα εξής:
«…Στην Ίμβρο και την Τένεδο - στρατηγικής σημασίας νησιά - ο Ελληνισμός έχει σχεδόν εξαλειφθεί. Οι ελάχιστοι ομογενείς που παραμένουν στην Πόλη, χωρίς να συνιστούν ουσιαστική ελληνική παρουσία, είναι για την Άγκυρα, πολύτιμο πολιτικό αντίβαρο (επειδή βέβαια, εμείς το επιτρέπουμε να το χρησιμοποιούν σαν τέτοιο). Την εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνουν οι προσπάθειες της Τουρκικής Πρεσβείας στην Αθήνα, να πείσει ομογενείς να επιστρέψουν στην Πόλη. Η Άγκυρα ανησυχεί ότι θα μείνει χωρίς αντίβαρο και χωρίς ομήρους…»
Στην παραπάνω εκτίμηση μπορεί να προστεθεί και η άποψη που διοχετεύεται από κύκλους του ελληνικού Υπ. Εξωτερικών, κατά την οποία η ομογένεια της Πόλης, θεωρείται για την Ελλάδα, βαρίδιο που την παρεμποδίζει να ασκήσει μια πιο αποφασιστική πολιτική έναντι της Τουρκίας.
Φαίνεται ότι η άποψη που θεωρεί την ομογένεια της Πόλης, όμηρο της Τουρκίας για να εκβιάζει την Ελλάδα, δεν είναι περιθωριακή αλλά βρίσκει έδαφος σε μία μερίδα ειδικών, που μπορούν να παίξουν ρόλο στην διαμόρφωση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
Και όσο η Τουρκία θα συνεχίζει να απαιτεί ανταλλάγματα στη Θράκη, ακόμη και για να επανορθώσει τις παραβιάσεις δικαιωμάτων σε βάρος της ελληνικής μειονότητας (π.χ. επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής Χάλκης), θα διευρύνεται η απήχηση αυτής της άποψης.
Όμως να επιστρέψουμε στην αναφορά του τ. πρέσβη και να τονίσουμε το εξής. Δεν γνωρίζουμε ο κ. Στοφορόπουλος, από πού έχει την πληροφορία, αλλά δεν έχει υποπέσει στην αντίληψη μας, ούτε σήμερα ούτε στο παρελθόν, καμία προσπάθεια της Τουρκικής Πρεσβείας στην Αθήνα, να πείσει ομογενείς για να επιστρέψουν στην Πόλη.
Γνωρίζουμε όμως ότι το 2008, μετά από την δήλωση του Τούρκου πρωθυπουργού για επιστροφή των τουρκικής ιθαγένειας Ρωμιών Πολιτών στην γενέτειρα τους, η Οικουμενική Ομοσπονδία Κωνσταντινουπολιτών (Οι.Ομ.Κω.) απέστειλε επιστολή στον κ. Ερντογάν, με την οποία τον ενημέρωνε για τις προϋποθέσεις που θα διευκόλυναν την επιστροφή των εκπατρισθέντων ομογενών. Στην επιστολή αυτή δεν δόθηκε καμία απάντηση.
Δεν ξέρουμε τις πραγματικές διαθέσεις της Τουρκίας, όσον αφορά την επιστροφή των Ρωμιών Πολιτών, που εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την γενέτειρα τους. Όμως είναι γεγονός ότι η Οι.Ομ.Κω. ως όργανο έκφρασης των Κωνσταντινουπολιτών της διασποράς, υποστηρίζει την υπό προϋποθέσεις επιστροφή των εκπατρισθέντων ομογενών στην Πόλη. Θεωρεί σημαντικό στοιχείο στην διαδικασία αυτή, το γεγονός ότι (σύμφωνα με τουρκικές πηγές) 60 χιλιάδες περίπου Πολίτες της διασποράς διατηρούν την τουρκική ιθαγένεια. Ακόμη και αν αυτό δεν αρέσει σε κάποιους ελλαδικούς κύκλους. Ας ελπίσουμε οι θέσεις αυτές της Οι.Ομ.Κω. να μην εκληφθούν ως εξυπηρετούσες τις τουρκικές επιδιώξεις.
Οι δημόσια εκφρασμένες απόψεις του κ. Στοφορόπουλου και άλλες παρόμοιες που εκφράζονται σε στενότερους κύκλους, μας δίνουν την ευκαιρία να διατυπώσουμε τον αντίλογο σε ορισμένα σημεία.
Η Ελληνική κοινότητα της Πόλης, με την υπογραφή της Συνθήκης Λωζάνης αναγνωρίστηκε ως μειονότητα. Όμως η ιστορική παρουσία των Ελλήνων, στην Πόλη που ίδρυσαν και σηματοδότησαν με μνημεία που έφτασαν μέχρι τις μέρες μας, πηγαίνει πολύ πιο πίσω από την Συνθήκη της Λωζάνης. Είναι δύσκολο να διανοηθούμε μία Πόλη χωρίς Ελληνικό στοιχείο κι έναν Ελληνισμό χωρίς παρουσία στην Πόλη.
Η Ελληνική κοινότητα της Πόλης, πάντα είχε επίγνωση του βάρους που της επιφόρτισε η Ιστορία και γι’ αυτό μετά τους διωγμούς των Σεπτεμβριανών, ανασκουμπώθηκε για να αναγεννηθεί ως ο Φοίνικας από την τέφρα του.
Οι Κωνσταντινουπολίτες της διασποράς νιώθουν πικραμένοι για την αδικία, να ξεριζωθούν από τον τόπο τους. Ο αδικημένος επιζητεί δικαίωση. Αποκορύφωμα της δικαίωσης για τον Πολίτη, είναι η επιστροφή στην Πόλη. Όπως γενιές και γενιές Εβραίων πίστεψαν ότι δικαίωση γι’ αυτούς ήταν ο τερματισμός της εξορίας και η επιστροφή στην ιστορική κοιτίδα τους.
Υπάρχει ό�eBCως μία διαφορά. Η επιστροφή των εκπατρισμένων δεν είναι μόνο ένα ζήτημα αποκατάστασης της αδικίας ούτε κάποιο σχέδιο εθνικής ολοκλήρωσης. Η παρουσία μίας κοινότητας ελλήνων Ρωμιών στην Πόλη, αριθμητικά και ποιοτικά επαρκών για να δημιουργήσουν πολιτισμό, είναι κι ένα ιστορικό στοίχημα για την επιβίωση του Οικουμενικού Ελληνισμού.
Δεν είναι του παρόντος άρθρου να αναλύσουμε τις συνέπειες που είχε στον Οικουμενικό Ελληνισμό, η ανταλλαγή των πληθυσμών και η συρρίκνωση του Ελληνισμού με την συγκέντρωση του στον ελλαδικό χώρο. Όμως η κρίση που διέρχεται έκτοτε ο ελλαδικός Ελληνισμός, ως πρόταση πολιτισμού είναι προφανής. Εάν σβήσουν και οι τελευταίες εστίες του Οικουμενικού Ελληνισμού, αυτό που θα έχει απομείνει θα είναι μία πνευματικά ανάπηρη Ελλάδα - βασίλειο του δυτικού πιθηκισμού και της φαυλοκρατίας.
Ας επιστρέψουμε όμως στο θέμα της ομηρίας και των ομήρων.
Είναι γεγονός ότι η Τουρκία χρησιμοποίησε τους Έλληνες της Πόλης, της Ίμβρου και Τενέδου, ως ομήρους έναντι της Ελλάδας. Πρόκειται για μία πραγματικότητα, την οποία σήμερα παραδέχονται ακόμη και Τούρκοι αρθρογράφοι, ερευνητές κ.α.
Ομοίως, όμηροι της Τουρκίας θα είχαν γίνει οι Ελληνοκύπριοι, στην περίπτωση που είχαν υπερψηφίσει το σχέδιο Ανάν και σήμερα θα χρησιμοποιούνταν για να εκβιάζεται η Ελλάδα. Βέβαια δεν έχει εκλείψει ο κίνδυνος οι Ελληνοκύπριοι να βρεθούν σε κατάσταση ομηρίας, εφόσον οι συνομιλίες Χριστόφια – Ταλάτ, μπορεί να καταλήξουν σε μία νέα εκδοχή του σχεδίου Ανάν.
Ομοίως, όμηροι της Τουρκίας τείνουν να γίνουν οι κάτοικοι των ακριτικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, εφόσον η χώρα αυτή αμφισβητεί την ελληνική κυριότητα ακόμη και σε κατοικημένα νησιά.
Εν ολίγης, μεγάλα τμήματα του Ελλαδικού και Κυπριακού Ελληνισμού, προοπτικά μπορεί να γίνουν όμηροι της Τουρκίας, η οποία θα τους χρησιμοποιεί αναλόγως για να εκβιάζει τις κυβερνήσεις της Αθήνας.
Όμως σε κάθε περίπτωση, το πρόβλημα δεν είναι οι σχεδιασμοί και οι επιδιώξεις της Τουρκίας. Το πρόβλημα είναι το Ελλαδικό κράτος, που αρνείται να επωμιστεί το ρόλο του ως μητροπολιτικό κέντρο του Οικουμενικού Ελληνισμού. Ιδιαίτερα μετά την τραγική αποτυχία της Μικρασιαστικής εκστρατείας, η Αθήνα δεν θέλει ούτε ν’ ακούει για εξωελλαδικό Ελληνισμό. Η μαθηματική ακολουθία αυτής της επιλογής είναι, κάποια στιγμή να βρεθούν σε κατάσταση ομηρίας οι ακριτικές περιοχές της Θράκης και των νησιών του Αν. Αιγαίου.
Τους όμηρους και τις συνθήκες ομηρίας, τους δημιουργεί η αδυναμία της Ελλάδας να πείσει τον αντίπαλο, ότι είναι αποφασισμένη να υπερασπιστεί τα δίκαια των πολιτών και των ομογενών της. Αυτή η αποφασιστικότητα εάν είχε εκδηλωθεί την επομένη της υπογραφής της Συνθήκης Λωζάνης, όταν σημειώθηκαν οι πρώτες παραβιάσεις σε βάρος του Ελληνισμού της Πόλης, σήμερα ενδεχομένως θα συζητούσαμε σε διαφορετική βάση.
Όμως ο Ελευθ. Βενιζέλος επέλεξε την πολιτική προσέγγισης με την Άγκυρα, θυσιάζοντας και τα τελευταία ερείσματα του Ελληνισμού της καθ’ ημάς Ανατολής (διαγραφή τουρκικών υποχρεώσεων από την ανταλλάξιμη περιουσία) στον βωμό της εξασφάλισης του «εθνικού κέντρου» από τις επιπτώσεις των γεωπολιτικών μεταβολών του μεσοπολέμου.
Έτσι έγινε καθ’ όλη την διάρκεια του 20ου αιώνα. Ο εξωελλαδικός Ελληνισμός, από την Βόρειο Ήπειρο έως την Κύπρο και από εκεί έως τον Εύξεινο Πόντο, θυσιάστηκε για χάρη του «εθνικού κέντρου».
Βέβαια όταν εκλείψει ο ευρύτερος Ελληνισμός, ούτε το "εθνικό κέντρο" θα μπορεί να διασωθεί. Αλλά έως τότε «ποιος ζει, ποιος πεθαίνει» κατά την λογική των κρατούντων στο «εθνικό κέντρο».
Όσο η Αθήνα εξουσιάζεται από πολιτικούς και διαμορφωτές κοινής γνώμης, των οποίων η μόνη σκέψη είναι πώς θα αναπαράγουν την εξουσία τους και το σύστημα απομύζησης εθνικών πόρων, που έχουν εγκαθιδρύσει, κανένας σκεπτόμενος πολίτης αυτού του τόπου, να μην ελπίζει ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να αποφύγει τα χειρότερα.
Γρηγόρης Κεσίσογλου
Το άρθρο γράφτηκε με αφορμή ένα άρθρο του τ. πρέσβη κ. Θέμου Στοφορόπουλου, ο οποίος θα είναι ένας εκ των δύο ομιλιτών της προαναφερόμενης εκδήλωσης και προϊδεάζει για τις απόψεις που θα ακουστούν στην εκδήλωση. Η απουσία από το πάνελ ενός Κωνσταντινουπολίτη ομιλητή που θα μπορούσε να εκφράσει τις θέσεις των Κωνσταντινουπολιτών που αγωνίζονται για την επιβίωση της Πολίτικης Ρωμηοσύνης, σίγουρα δεν βοηθά στην ανάπτυξη εποικοδομητικού διαλόγου. Τέλος, να σημειώσουμε ότι έχει περάσει ανεπιστρεπτί η εποχή κατά την οποία ο Ελληνισμός της Κωνσταντινούπολης, δεν είχε λόγο για το παρόν και το μέλλον του.
Βαρίδιο για την ελλαδική εξωτερική πολιτική οι ομογενείς της Πόλης και κάθε ελληνική εστία στην γραμμή εμπλοκής Ελλάδας - Τουρκίας
Ποίοι Έλληνες είναι όμηροι της τουρκικής επεκτατικής πολιτικής;
Αυτό το ερώτημα ανακύπτει από το εμπεριστατωμένο άρθρο του εκλεκτού τ. πρέσβη κ. Θέμου Στοφορόπουλου, με τίτλο «Η Θράκη, μία άλλη Κύπρος;» και το οποίο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα antibaro.gr
Ο κ. Στοφορόπουλος, περιληπτικά υποστηρίζει ότι η στρατηγική που ακολουθεί η Τουρκία σε ό,τι αφορά την μουσλουμανική μειονότητα της Θράκης, είναι αντίστοιχη αυτής που ακολούθησε με τους Τουρκοκύπριους στην Κύπρο. Η στρατηγική αυτή που περιλαμβάνει τα στάδια της αναβάθμισης της μειονότητας σε κοινότητα, την συγκέντρωση της σε μία ορισμένη εδαφική περιοχή και την αναγνώριση της Τουρκίας ως «προστάτιδας δύναμης», έχει ως τελικό στόχο την εδαφική προσάρτηση της περιοχής.
Στην επιδίωξη αυτού του στόχου η Τουρκία οικοδομεί συμμαχίες με ισχυρές δυνάμεις και εκμεταλλεύεται τα λάθη της Ελληνικής πλευράς.
Η ανάλυση του κ. Στοφορόπουλου, είναι άξια προσοχής εφόσον επαληθεύεται από τα ιστορικά γεγονότα της Κύπρου και προσεγγίζει με μεγάλη ακρίβεια την υπάρχουσα κατάσταση στην Θράκη.
Όμως πρέπει να σταθούμε σε μία αναφορά που κάνει στην Ομογένεια της Κωνσταντινούπολης, όπου σημειώνει τα εξής:
«…Στην Ίμβρο και την Τένεδο - στρατηγικής σημασίας νησιά - ο Ελληνισμός έχει σχεδόν εξαλειφθεί. Οι ελάχιστοι ομογενείς που παραμένουν στην Πόλη, χωρίς να συνιστούν ουσιαστική ελληνική παρουσία, είναι για την Άγκυρα, πολύτιμο πολιτικό αντίβαρο (επειδή βέβαια, εμείς το επιτρέπουμε να το χρησιμοποιούν σαν τέτοιο). Την εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνουν οι προσπάθειες της Τουρκικής Πρεσβείας στην Αθήνα, να πείσει ομογενείς να επιστρέψουν στην Πόλη. Η Άγκυρα ανησυχεί ότι θα μείνει χωρίς αντίβαρο και χωρίς ομήρους…»
Στην παραπάνω εκτίμηση μπορεί να προστεθεί και η άποψη που διοχετεύεται από κύκλους του ελληνικού Υπ. Εξωτερικών, κατά την οποία η ομογένεια της Πόλης, θεωρείται για την Ελλάδα, βαρίδιο που την παρεμποδίζει να ασκήσει μια πιο αποφασιστική πολιτική έναντι της Τουρκίας.
Φαίνεται ότι η άποψη που θεωρεί την ομογένεια της Πόλης, όμηρο της Τουρκίας για να εκβιάζει την Ελλάδα, δεν είναι περιθωριακή αλλά βρίσκει έδαφος σε μία μερίδα ειδικών, που μπορούν να παίξουν ρόλο στην διαμόρφωση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
Και όσο η Τουρκία θα συνεχίζει να απαιτεί ανταλλάγματα στη Θράκη, ακόμη και για να επανορθώσει τις παραβιάσεις δικαιωμάτων σε βάρος της ελληνικής μειονότητας (π.χ. επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής Χάλκης), θα διευρύνεται η απήχηση αυτής της άποψης.
Όμως να επιστρέψουμε στην αναφορά του τ. πρέσβη και να τονίσουμε το εξής. Δεν γνωρίζουμε ο κ. Στοφορόπουλος, από πού έχει την πληροφορία, αλλά δεν έχει υποπέσει στην αντίληψη μας, ούτε σήμερα ούτε στο παρελθόν, καμία προσπάθεια της Τουρκικής Πρεσβείας στην Αθήνα, να πείσει ομογενείς για να επιστρέψουν στην Πόλη.
Γνωρίζουμε όμως ότι το 2008, μετά από την δήλωση του Τούρκου πρωθυπουργού για επιστροφή των τουρκικής ιθαγένειας Ρωμιών Πολιτών στην γενέτειρα τους, η Οικουμενική Ομοσπονδία Κωνσταντινουπολιτών (Οι.Ομ.Κω.) απέστειλε επιστολή στον κ. Ερντογάν, με την οποία τον ενημέρωνε για τις προϋποθέσεις που θα διευκόλυναν την επιστροφή των εκπατρισθέντων ομογενών. Στην επιστολή αυτή δεν δόθηκε καμία απάντηση.
Δεν ξέρουμε τις πραγματικές διαθέσεις της Τουρκίας, όσον αφορά την επιστροφή των Ρωμιών Πολιτών, που εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την γενέτειρα τους. Όμως είναι γεγονός ότι η Οι.Ομ.Κω. ως όργανο έκφρασης των Κωνσταντινουπολιτών της διασποράς, υποστηρίζει την υπό προϋποθέσεις επιστροφή των εκπατρισθέντων ομογενών στην Πόλη. Θεωρεί σημαντικό στοιχείο στην διαδικασία αυτή, το γεγονός ότι (σύμφωνα με τουρκικές πηγές) 60 χιλιάδες περίπου Πολίτες της διασποράς διατηρούν την τουρκική ιθαγένεια. Ακόμη και αν αυτό δεν αρέσει σε κάποιους ελλαδικούς κύκλους. Ας ελπίσουμε οι θέσεις αυτές της Οι.Ομ.Κω. να μην εκληφθούν ως εξυπηρετούσες τις τουρκικές επιδιώξεις.
Οι δημόσια εκφρασμένες απόψεις του κ. Στοφορόπουλου και άλλες παρόμοιες που εκφράζονται σε στενότερους κύκλους, μας δίνουν την ευκαιρία να διατυπώσουμε τον αντίλογο σε ορισμένα σημεία.
Η Ελληνική κοινότητα της Πόλης, με την υπογραφή της Συνθήκης Λωζάνης αναγνωρίστηκε ως μειονότητα. Όμως η ιστορική παρουσία των Ελλήνων, στην Πόλη που ίδρυσαν και σηματοδότησαν με μνημεία που έφτασαν μέχρι τις μέρες μας, πηγαίνει πολύ πιο πίσω από την Συνθήκη της Λωζάνης. Είναι δύσκολο να διανοηθούμε μία Πόλη χωρίς Ελληνικό στοιχείο κι έναν Ελληνισμό χωρίς παρουσία στην Πόλη.
Η Ελληνική κοινότητα της Πόλης, πάντα είχε επίγνωση του βάρους που της επιφόρτισε η Ιστορία και γι’ αυτό μετά τους διωγμούς των Σεπτεμβριανών, ανασκουμπώθηκε για να αναγεννηθεί ως ο Φοίνικας από την τέφρα του.
Οι Κωνσταντινουπολίτες της διασποράς νιώθουν πικραμένοι για την αδικία, να ξεριζωθούν από τον τόπο τους. Ο αδικημένος επιζητεί δικαίωση. Αποκορύφωμα της δικαίωσης για τον Πολίτη, είναι η επιστροφή στην Πόλη. Όπως γενιές και γενιές Εβραίων πίστεψαν ότι δικαίωση γι’ αυτούς ήταν ο τερματισμός της εξορίας και η επιστροφή στην ιστορική κοιτίδα τους.
Υπάρχει ό�eBCως μία διαφορά. Η επιστροφή των εκπατρισμένων δεν είναι μόνο ένα ζήτημα αποκατάστασης της αδικίας ούτε κάποιο σχέδιο εθνικής ολοκλήρωσης. Η παρουσία μίας κοινότητας ελλήνων Ρωμιών στην Πόλη, αριθμητικά και ποιοτικά επαρκών για να δημιουργήσουν πολιτισμό, είναι κι ένα ιστορικό στοίχημα για την επιβίωση του Οικουμενικού Ελληνισμού.
Δεν είναι του παρόντος άρθρου να αναλύσουμε τις συνέπειες που είχε στον Οικουμενικό Ελληνισμό, η ανταλλαγή των πληθυσμών και η συρρίκνωση του Ελληνισμού με την συγκέντρωση του στον ελλαδικό χώρο. Όμως η κρίση που διέρχεται έκτοτε ο ελλαδικός Ελληνισμός, ως πρόταση πολιτισμού είναι προφανής. Εάν σβήσουν και οι τελευταίες εστίες του Οικουμενικού Ελληνισμού, αυτό που θα έχει απομείνει θα είναι μία πνευματικά ανάπηρη Ελλάδα - βασίλειο του δυτικού πιθηκισμού και της φαυλοκρατίας.
Ας επιστρέψουμε όμως στο θέμα της ομηρίας και των ομήρων.
Είναι γεγονός ότι η Τουρκία χρησιμοποίησε τους Έλληνες της Πόλης, της Ίμβρου και Τενέδου, ως ομήρους έναντι της Ελλάδας. Πρόκειται για μία πραγματικότητα, την οποία σήμερα παραδέχονται ακόμη και Τούρκοι αρθρογράφοι, ερευνητές κ.α.
Ομοίως, όμηροι της Τουρκίας θα είχαν γίνει οι Ελληνοκύπριοι, στην περίπτωση που είχαν υπερψηφίσει το σχέδιο Ανάν και σήμερα θα χρησιμοποιούνταν για να εκβιάζεται η Ελλάδα. Βέβαια δεν έχει εκλείψει ο κίνδυνος οι Ελληνοκύπριοι να βρεθούν σε κατάσταση ομηρίας, εφόσον οι συνομιλίες Χριστόφια – Ταλάτ, μπορεί να καταλήξουν σε μία νέα εκδοχή του σχεδίου Ανάν.
Ομοίως, όμηροι της Τουρκίας τείνουν να γίνουν οι κάτοικοι των ακριτικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, εφόσον η χώρα αυτή αμφισβητεί την ελληνική κυριότητα ακόμη και σε κατοικημένα νησιά.
Εν ολίγης, μεγάλα τμήματα του Ελλαδικού και Κυπριακού Ελληνισμού, προοπτικά μπορεί να γίνουν όμηροι της Τουρκίας, η οποία θα τους χρησιμοποιεί αναλόγως για να εκβιάζει τις κυβερνήσεις της Αθήνας.
Όμως σε κάθε περίπτωση, το πρόβλημα δεν είναι οι σχεδιασμοί και οι επιδιώξεις της Τουρκίας. Το πρόβλημα είναι το Ελλαδικό κράτος, που αρνείται να επωμιστεί το ρόλο του ως μητροπολιτικό κέντρο του Οικουμενικού Ελληνισμού. Ιδιαίτερα μετά την τραγική αποτυχία της Μικρασιαστικής εκστρατείας, η Αθήνα δεν θέλει ούτε ν’ ακούει για εξωελλαδικό Ελληνισμό. Η μαθηματική ακολουθία αυτής της επιλογής είναι, κάποια στιγμή να βρεθούν σε κατάσταση ομηρίας οι ακριτικές περιοχές της Θράκης και των νησιών του Αν. Αιγαίου.
Τους όμηρους και τις συνθήκες ομηρίας, τους δημιουργεί η αδυναμία της Ελλάδας να πείσει τον αντίπαλο, ότι είναι αποφασισμένη να υπερασπιστεί τα δίκαια των πολιτών και των ομογενών της. Αυτή η αποφασιστικότητα εάν είχε εκδηλωθεί την επομένη της υπογραφής της Συνθήκης Λωζάνης, όταν σημειώθηκαν οι πρώτες παραβιάσεις σε βάρος του Ελληνισμού της Πόλης, σήμερα ενδεχομένως θα συζητούσαμε σε διαφορετική βάση.
Όμως ο Ελευθ. Βενιζέλος επέλεξε την πολιτική προσέγγισης με την Άγκυρα, θυσιάζοντας και τα τελευταία ερείσματα του Ελληνισμού της καθ’ ημάς Ανατολής (διαγραφή τουρκικών υποχρεώσεων από την ανταλλάξιμη περιουσία) στον βωμό της εξασφάλισης του «εθνικού κέντρου» από τις επιπτώσεις των γεωπολιτικών μεταβολών του μεσοπολέμου.
Έτσι έγινε καθ’ όλη την διάρκεια του 20ου αιώνα. Ο εξωελλαδικός Ελληνισμός, από την Βόρειο Ήπειρο έως την Κύπρο και από εκεί έως τον Εύξεινο Πόντο, θυσιάστηκε για χάρη του «εθνικού κέντρου».
Βέβαια όταν εκλείψει ο ευρύτερος Ελληνισμός, ούτε το "εθνικό κέντρο" θα μπορεί να διασωθεί. Αλλά έως τότε «ποιος ζει, ποιος πεθαίνει» κατά την λογική των κρατούντων στο «εθνικό κέντρο».
Όσο η Αθήνα εξουσιάζεται από πολιτικούς και διαμορφωτές κοινής γνώμης, των οποίων η μόνη σκέψη είναι πώς θα αναπαράγουν την εξουσία τους και το σύστημα απομύζησης εθνικών πόρων, που έχουν εγκαθιδρύσει, κανένας σκεπτόμενος πολίτης αυτού του τόπου, να μην ελπίζει ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να αποφύγει τα χειρότερα.
Γρηγόρης Κεσίσογλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.